Σε αυτό το κείμενο είμαστε εσύ και εγώ. Μπορούμε να είμαστε ειλικρινής μεταξύ μας. Πόσες φορές έχεις πει στον ίδιο άνθρωπο “σε αγαπάω ό, τι και να γίνει” και ίσως ακόμα και το ίδιο βράδυ από τα χείλη σου να βγαίνουν οι λέξεις “με τρελαίνεις”; Πόσες φορές ανάμεσα σε αγκαλιές και φιλιά έχεις ψιθυρίσει στον άλλον “θέλω περισσότερο χρόνο μαζί” και μέσα σε λίγες μέρες να παραδέχεσαι ότι “χρειάζομαι χώρο”;

Καλωσήρθες στη “Σχεσιακή Αμφιθυμία”

Πόσο συχνά έχουμε πει, αλλά και ακούσει αυτές τις φράσεις; Θέλουμε να περνάμε τα πάντα μαζί με τον άλλον, αλλά από κάποιο σημείο και μετά όλο αυτό είναι πολύ και δεν αντέχεται; Στη γλώσσα των ειδικών αυτό λέγεται «Σχεσιακή Αμφιθυμία» και είναι η εμπειρία αντιφατικών σκέψεων και συναισθημάτων – αγάπης και μίσους, έλξης και αηδίας, ενθουσιασμού και φόβου, περιφρόνησης και φθόνου – προς κάποιον με τον οποίο έχουμε σχέση.

Και τότε ακριβώς είναι που στην πλάκα του εγκεφάλου μας χαράσσεται το θεόσταλτο ερώτημα “να μείνω ή να φύγω;”. Δεν θέλω να σε απογοητεύσω, αλλά τα πράγματα συχνά είναι πιο περίπλοκα από αυτό.

Όπως λέει και η διάσημη ψυχοθεραπεύτρια Esther Perel, αυτή τη “σχεσιακή αμφιθυμία” την έχουμε βιώσει (και τη βιώνουμε) πολλές φορές. Με τους γονείς και τα αδέρφια μας, “όπου νιώθουμε το τράβηγμα ανάμεσα στα μέρη μας που είναι για πάντα συνδεδεμένα με αυτά και στα μέρη μας που θέλουν να χωρίσουμε τον εαυτό μας”, το βιώνουμε με τα παιδιά μας, “τα οποία από τη μία μας διδάσκουν μία πρωτόγνωρη αγάπη, αλλά από την άλλη μας προκαλούν και μία απαράμιλλη απογοήτευση, που μπορεί να υποκινήσει επιβλαβείς σκέψεις”, με τους φίλους μας, “αυτούς που δεν θέλουμε πραγματικά να δούμε, αλλά τελικά νιώθουμε υποχρεωμένοι να καλέσουμε στο γάμο μας”.

να φύγω ή να μείνω
Cottonbro/ Pexels

Φέρε στο νου σου τα πρώτα στάδια του ραντεβού. Αυτό το αίσθημα ευχάριστου….πνιγμού. Ξέρεις που η δέσμευση με τον άλλον μοιάζει σαν να κομποζάρει με απώλεια του εαυτού μας. Μπορεί να θέλουμε μια εμπειρία αμοιβαίας αγάπης, υποστήριξης και ασφάλειας, αλλά όχι αν μας αφαιρεί την ελευθερία.

Αλλά, όπως τονίζει και η Perel, αυτό το αίσθημα το βιώνουμε σε μια σχέση που δεν έχει αναπτυχθεί, που αισθανόμαστε κολλημένοι, όταν συμμετέχουμε σε αυτήν την ύπουλη ανάλυση κόστους-οφέλους και αναρωτιόμαστε αν θα μπορούσαμε να τα πάμε καλύτερα.

Το βιώνουμε σε μακροχρόνιες σχέσεις στις οποίες – αντιμέτωποι με μια σειρά από εμπειρίες από την τοξικότητα έως την πλήξη – μπορεί να μας μαστίζει το ερώτημα «πρέπει να μείνω ή να φύγω;» Νιώθουμε παγιδευμένοι στη σχέση, αλλά δεν θέλουμε να χάσουμε αυτό που έχουμε φτιάξει μαζί – ένα σπίτι, μια οικογένεια, ένα μικρό σύμπαν που μερικές φορές μοιάζει με παράδεισο και, άλλες φορές, σαν κόλαση.

Η αμφιθυμία υπάρχει σε κάθε σχεσιακή διαμόρφωση, αλλά ασκούμε μεγάλη πίεση στη ρομαντική αγάπη, ιδιαίτερα, για να την υπερβούμε. Μας διδάσκουν ότι η αγάπη είναι άνευ όρων, το πάθος είναι απόλυτο και ότι η εύρεση «του ενός» πρέπει να μας καθαρίσει από κάθε αμφιβολία. Αλλά οι σχέσεις δεν είναι ποτέ ασπρόμαυρες. Είναι ρούχα μαζί που πλύθηκαν και έχουνε γίνει ροζ. Μαθαίνουμε ότι η ρομαντική αγάπη υποτίθεται ότι μας πλημμυρίζει με βεβαιότητα και έτσι δεν υπάρχει χώρος για αμφιθυμίες. Αλλά η αμφιθυμία είναι τόσο εγγενής στις σχέσεις όσο και η ίδια η αγάπη. Λυτρωτική κάπως αυτή η “ανακάλυψη”.

Αγάπη άνευ όρων: Πώς είπατε;

Όταν πρόκειται για ρομαντικές σχέσεις, το «μέχρι ο θάνατος να μας χωρίσει» δεν είναι απλώς όρκος, είναι σχέδιο και μάλιστα ταρατατζούμ σχέδιο. Τι γίνεται όμως όταν αλλάζουν τα σχέδια; Τι συμβαίνει όταν δεν καλύπτουμε ο ένας τις ανάγκες του άλλου; Τι συμβαίνει όταν κάνουμε λάθη ή όταν το άτομο που αγαπάμε συμπεριφέρεται με τρόπο που δεν μπορούμε να ανεχτούμε; Τι θα λέγατε όταν η σχέση μολυνθεί με ψέματα, προδοσία ή διπροσωπία; Ξαφνικά θυμόμαστε ότι η αγάπη μπορεί να πληγώσει και να πληγώσει βαθιά. Και μια από τις πιο προκλητικές εμπειρίες αμφιθυμίας είναι όταν βρισκόμαστε να αγαπάμε ακόμα το άτομο που μας έχει πληγώσει βαθιά.

Συμβαίνει ακόμα και στις καλύτερες οικογένειες.

να φύγω ή να μείνω
June/ Pexels

Η αμφιθυμία είναι ένα άβολο συναίσθημα. Βαρύ από αντιφάσεις, μας κάνει να αμφιβάλλουμε για τα συναισθήματα και τις επιλογές μας. Μπορεί να μας κάνει να πιστεύουμε ότι αποτύχαμε ή ότι, όποια απόφαση κι αν πάρουμε, θα αποτύχουμε. Αυτή η δυσφορία μας κάνει να λαχταρούμε μια οριστική απάντηση. Αναγκαζόμαστε να λύσουμε αυτόν το κόμπο και συνήθως συμβαίνει κάτι από τα τρία παρακάτω:

Επιλογή 1: Φεύγουμε. Κόβουμε σχέσεις και τρέχουμε μακριά να σωθούμε

Τερματίζουμε τη σχέση που έχει πάρα πολλά σκαμπανεβάσματα.
Λέμε στον ναρκισσιστή γονέα μας ότι δεν θα είναι στη ζωή των εγγονών τους.
Λέμε στον αδελφό μας ότι δεν θα υποστηρίξουμε πια τις κακές του συνήθειες.
Ξεκινάμε έναν «χωρισμό φίλων».
Προχωράμε προς το ίσο και αντίθετο μέλλον της σημερινής μας πραγματικότητας.

Επιλογή 2: Δικαιολογούμε την παραμονή παρόλο που δεν είναι σωστό

Είτε είναι επειδή αισθανόμαστε ότι δεν αξίζουμε καλύτερα, επειδή φοβόμαστε να είμαστε μόνοι, είτε επειδή αισθανόμαστε ότι δεν έχουμε επιλογή. Όλα αυτά τα οδυνηρά και περίπλοκα συναισθήματα μερικές φορές κρύβονται κάτω από το λάβαρο της «αγάπης άνευ όρων». Είναι όμορφο να λες «σ’ αγαπώ άνευ όρων», αλλά η αγάπη δεν είναι υποχρέωση, είναι δώρο. Όταν γίνεται καταναγκασμός – όταν ο σύντροφός μας λέει “αν με αγαπούσες, θα με αποδεχόσουν πλήρως” – στην πραγματικότητα βιώνουμε μια διαστρέβλωση της αγάπης. Και, μερικές φορές, αυτές είναι επίσης καταστάσεις στις οποίες η έλλειψη αγάπης προς τον εαυτό μεταμφιέζεται ως αγάπη άνευ όρων για ένα άτομο που δεν το αξίζει.

να φύγω ή να μείνω
Cottonbro/ Pexels

Επιλογή 3: Διατηρούμε την αμφιθυμία

Η αμφιθυμία καταλαμβάνει το δικό της συναισθηματικό χώρο μέσα σε κάθε σχέση. Συχνά πιστεύουμε ότι πρέπει να λύσουμε την ένταση και να καταλήξουμε σε λύση. Μερικές φορές το κάνουμε (ειδικά σε καταχρηστικές σχέσεις). Στις περισσότερες περιπτώσεις, ωστόσο, η διατήρηση της αμφιθυμίας είναι, από μόνη της, μια μορφή ριζικής αποδοχής. Αυτό μπορεί να ισχύει για το πώς αποδεχόμαστε τις σχέσεις μας και για το πώς αποδεχόμαστε τον εαυτό μας.

Αυτή η επιλογή μας ζητά να καθίσουμε με την αίσθηση της αμφιθυμίας για λίγο. Σταματάμε να προσπαθούμε να δικαιολογούμε, σταματάμε να διαπραγματευόμαστε και απλώς καθόμαστε αγκαζέ με την αμφιθυμία. Μπορούμε να αποδεχτούμε ότι μπορούμε να αγαπήσουμε πλήρως έναν άνθρωπο χωρίς να χρειάζεται να αγαπάμε κάθε μέρος του; Αυτή είναι μια πολύ πιο ρεαλιστική προσδοκία για ρομαντική αγάπη και σχέσεις. Ίσως είναι υγιές να επιτρέπουμε στον εαυτό μας να μην αρέσει πραγματικά, πραγματικά, μερικές φορές το άτομο που αγαπάμε. Ίσως είναι ανάγκη. Σκεφτείτε το εξής: ίσως η υψηλότερη μορφή αγάπης δεν είναι άνευ όρων. Ίσως είναι πιο κοντά στην περιγραφή της αυτοεκτίμησης του Terry Real (διάσημος συγγραφέας και ειδικός πάνω στις σχέσεις): την ικανότητά μας να βλέπουμε τους εαυτούς μας ως ελαττωματικούς και να εξακολουθούμε να εκτιμούμε τον εαυτό μας. Μπορούμε να το κάνουμε αυτό και για τις σχέσεις μας;