Την πρώτη φορά που συνειδητοποίησα ότι το παιδί μου πριν καν κλείσει τον πρώτο χρόνο της ζωής του έχει νεύρα, έριξα το φταίξιμο -πού αλλού;- στον πατέρα του! Δεν πίστευα στα μάτια μου βλέποντας ένα τόσο δα μωρό να χτυπιέται, να ουρλιάζει, να σέρνεται στα πατώματα -αν ήξερε να βρίζει είμαι σίγουρη ότι θα μας στόλιζε- και γενικά να κάνει ό,τι μπορεί για να εκτονώσει το θυμό του. Βλέποντας ατάραχους τους γονείς με… προϋπηρεσία και μετά από σύντομη έρευνα διαπίστωσα ότι η συμπεριφορά αυτή είναι γνώριμη κι έχει κι όνομα: tantrum. Από αυτή όμως την κατάσταση, που μπορεί, σύμφωνα με άρθρο του Yale Medicine, να εκδηλώνεται έως την ηλικία των 4 χρόνων μέχρι και 9 φορές την εβδομάδα μέχρι να πούμε ότι το παιδί μας δείχνει σημάδια επιθετικότητας υπάρχει μεγάλη απόσταση.

«Ένα παιδάκι σε ηλικία 3-4 ετών μπορεί να εκδηλώνει επιθετική συμπεριφορά στην προσπάθειά του να ανακαλύψει τα όριά του, να δει δηλαδή “πληγώνω κάποιον με αυτό που κάνω”, “κλαίει κάποιος”; Κι αυτό είναι απόλυτα φυσιολογικό» μας βεβαιώνει η Ασημίνα Αγγελίδου, παιδοψυχολόγος, ψυχολόγος υγείας και ψυχοθεραπεύτρια. Ακόμα και το «με σκούντηξε και τ@ν σκούντηξα» που θα ακούσουμε στη συναναστροφή με άλλα παιδιά δεν είναι κάτι ανησυχητικό. «Αυτό που πρέπει να μας προβληματίσει είναι όταν δούμε την επιθετικότητα του παιδιού να συνδέεται με εκδικητικότητα δηλαδή με κακία -να θέλει να κάνει κακό σε κάποιον» λέει η Ασημίνα.

Αν καθώς μεγαλώνει το παιδί και ενώ μαθαίνει σιγά-σιγά να ελέγχει τα συναισθήματά του και μπορεί πλέον να εκφράσει με λόγια όσα νιώθει, συνεχίσει να είναι πολύ ευερέθιστο και να κάνει έντονα ξεσπάσματα θυμού, καλό είναι να συμβουλευτείς έναν παιδοψυχολόγο. «Οι γονείς δεν μπορούν να κάνουν μόνοι τους διάγνωση επιθετικότητας. Υπάρχουν ειδικά ψυχομετρικά εργαλεία γι’ αυτόν το σκοπό» τονίζει η Ασημίνα, που θεωρεί ότι όσο νωρίτερα χρησιμοποιηθούν εφόσον υπάρχουν υποψίες, τόσο καλύτερα θα είναι τα πράγματα και για το παιδί και για την οικογένεια.

Κι ακόμα περισσότερο προσεκτικοί πρέπει να είμαστε με το να χαρακτηρίσουμε ένα φίλο του παιδιού μας ως επιθετικό. «Αν τον έχει επιλέξει το παιδί, είναι λάθος να το απομακρύνουμε μιλώντας για επιθετικότητα. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε είναι να πούμε στο δικό μας παιδί ότι πχ. η συμπεριφορά του τάδε δεν είναι σωστή και θα μπορούσες εσύ με τη δική σου στάση να του δείξεις τη σωστή». Αν υπάρχει έντονο πρόβλημα, καλό είναι να συζητήσουμε πολύ ήρεμα και ευγενικά με το γονιό του φίλου για όσα έχουμε παρατηρήσει. «Είναι πολύ ευαίσθητες ηλικίες και δεν μπορούμε να είμαστε ούτε αφοριστικοί, ούτε επικριτικοί. Μπορεί κάτι να βιώνει το παιδί. Η επιθετικότητα είναι ένα δείγμα θέλει να πει κάτι απλώς δεν μπορεί να το εκφράσει με λόγια. Οι ψυχολόγοι το θεωρούνε υγιές από την άποψη ότι ουσιαστικά με τον τρόπο του ζητάει βοήθεια» καταλήγει η Ασημίνα.

Τρόποι χειρισμού

Πριν φτάσεις στην πόρτα του ειδικού (που ίσως και να μη χρειαστεί καν) για την επιθετικότητα ενός παιδιού έχε υπόψη σου τα εξής:

  1. Το παιδί μιμείται συμπεριφορές: Με το να του τραβήξεις το αυτί όταν κάνει μια ζημιά δεν μπορεί να πει κανείς ότι καταφεύγεις σε έντονη σωματική κακοποίηση, σύμφωνα με την Ασημίνα. Όμως τι του μαθαίνεις με αυτόν τον τρόπο; «Ότι όταν κάποιος κάνει κάτι που δεν πρέπει, μπορούμε να τον μαλώσουμε, να τον χτυπήσουμε, να τον βρίσουμε κτλ. Μαθαίνει ουσιαστικά από μικρή ηλικία να αντιδρά με επιθετικότητα. Γι’ αυτό πρώτα και πάνω από όλα πρέπει να είμαστε προσεκτικοί με τη δική μας συμπεριφορά που περνάει μιμητικά στα παιδιά» διαπιστώνει. Και όσον αφορά όλες εκείνες τις περιπτώσεις μικρών παιδιών (μέχρι και δευτέρα ή τρίτη τάξη Δημοτικού) που ενώ στο σπίτι υπάρχει ένα ήρεμο περιβάλλον, το παιδί εκδηλώνει επιθετικότητα στο σχολείο ή σε άλλο χώρο εκτός σπιτιού, οι γονείς πρέπει να αναζητήσουν και πάλι τα πρότυπά τους στην καθημερινότητα. Μπορεί να είναι ένα άλλο πρόσωπο του ευρύτερου οικογενειακού περιβάλλοντος πχ. παππούς ή θεί@ ή ακόμα συχνότερα η επιθετικότητα που αναπαράγουν να προέρχεται από κάτι που βλέπουν στο κινητό ή την τηλεόραση ή σε κάποιο παιχνίδι που παίζουν.
  2. Η τήρηση των κανόνων είναι πολύ σημαντική: Τα παιδιά μάς φωνάζουν με τον τρόπο τους «βάλτε μας όρια!». Κι αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος των κανόνων, οι οποίοι δεν αρκεί να υπάρχουν αλλά πρέπει να εφαρμόζονται σταθερά και με συνέπειες. Ας μην ξεχνάμε ότι τα όχι προφυλάσσουν το παιδί και το κάνουν να μεγαλώνει σε ένα ασφαλές περιβάλλον.
  3. Πρόβλεψε και πρόλαβε: Αν γνωρίζουμε ότι το παιδί μας γίνεται ιδιαίτερα ευερέθιστο σε ένα συγκεκριμένο περιβάλλον ή με ένα συγκεκριμένο θέμα, δεν είναι ανάγκη να το φέρνουμε διαρκώς αντιμέτωπο με αυτό. Συζητώντας μαζί του και βοηθώντας το να εξωτερικεύσει όσα αισθάνεται θα ανακαλύψει ότι υπάρχουν κι άλλοι τρόποι αποσυμπίεσης και σταδιακά θα μάθει να ελέγχει τις αντιδράσεις του.
  4. Μην ξεχνάς τον έπαινο: «Μπαίνουμε σε ένα τριπάκι να κοιτάμε συνέχεια την κακή πλευρά των παιδιών μας, με αποτέλεσμα να την ενισχύουμε και να ξεχνάμε την πολύ καλή πλευρά τους» λέει η Ασημίνα που μας συμβουλεύει: Αυτό που πρέπει να έχουμε κατά νου είναι να τους λέμε δέκα καλά λόγια και δύο κακά, γιατί σίγουρα υπάρχουν πολλά θετικά στη συμπεριφορά τους που για κάποιο λόγο τα θεωρούμε δεδομένα.