Θυμάμαι την πρώτη φορά που χρειάστηκε να επισκεφθώ κάποιον ψυχίατρο, τα συναισθήματα μου ήταν ανάμεικτα, ένα προφανές άγχος, αλλά και μια ανακούφιση. Μετά από μήνες που δεν ήξερα τι μου συμβαίνει και οι τσακωμοί στο σπίτι ήταν η νέα μας ρουτίνα, επιτέλους θα είχα έναν άνθρωπο να με βοηθήσει να καταλάβω τι με τρώει αλλά και να το παλέψουμε παρέα.

Στο άκουσμα της φράσης «καραμπινάτη νευρική ανορεξία» ένιωσα την δερμάτινη πολυθρόνα να με τραβάει μέσα της και εγώ να βυθίζομαι. Η μητέρα μου δίπλα ήταν το ίδιο τρομοκρατημένη, αλλά με μια ηρεμία να τη διακατέχει, αφού ήξερε ενάντια σε τι παλεύει πλέον.

Μετά από χρόνο δουλειάς με την ψυχίατρο και ενώ είχα βοηθηθεί πολύ, αναζητούσα το κάτι παραπάνω, κάποια επιπλέον άποψη. Έτσι και επισκέφθηκα έναν ακόμα ιατρό. Μερικές συνεδρίες μετά και μου ζήτησε να με δει με τη μητέρα μου και τον αδελφό μου μαζί, κάτι που δεν μου φάνηκε παράξενο αλλά και ούτε ήξερα ότι θα μου αλλάξει τη ζωή. Μπροστά τους μας ανακοίνωσε: «η Μαρία δεν πάσχει μόνο από ανορεξία, αλλά και από μια ακόμη ψυχιατρική διαταραχή που ονομάζεται Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας, και θα χρειαστεί να ξεκινήσουμε ομαδικές συνεδρίες παράλληλα με τις ατομικές».

Δεν ήξερε κανείς μας τι σημαίνει αυτό αλλά όπως με τα περισσότερα πράγματα με μια γρήγορη αναζήτηση στο Google, βρίσκεις σχεδόν όλες τις πληροφορίες που χρειάζεσαι.

«Οι οριακοί ασθενείς χαρακτηρίζονται από ασυνήθιστα επίπεδα αστάθειας στη διάθεση, στο συναίσθημα, στη συμπεριφορά και στην εικόνα εαυτού, καθώς και από χαοτικές σχέσεις με το αντικείμενο. Βρίσκονται στο μεταίχμιο νεύρωσης και ψύχωσης και μπορεί να εκδηλώνουν παρορμητικότητα, αυτοκτονικές πράξεις, αυτοακρωτηριασμούς, προβλήματα ταυτότητας, αισθήματα κενού και ανίας».

Πράγματι με μερικά συμπτώματα ταυτιζόμουν περισσότερο, όπως οι διακυμάνσεις στη διάθεση μου, κάτι που μπορεί να οφείλεται και στην κατάθλιψη και τη διατροφική διαταραχή. Αλλά ακόμα και μέσα στη διατροφική διαταραχή μου, είχα πάντα κάτι που με χαρακτήριζε που ήταν αντίθετο από την Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας. Δεν ήμουν ποτέ παρορμητική, αλλά πολύ συγκρατημένη και στις πράξεις μου αλλά και στο συναίσθημα μου.

Ποια ήμουν όμως εγώ ή η μητέρα μου για να αμφισβητήσουμε τη διάγνωση;

Παρέα, λοιπόν, με την ατομική ξεκίνησα και ομαδική ψυχοθεραπεία. Το ίδιο και η μαμά μου. Τρεις ώρες ψυχοθεραπεία την εβδομάδα, και όλα γίνονταν όλο και πιο μπερδεμένα. Για μένα, όπως και για την μητέρα μου η ομαδική ψυχοθεραπεία ήταν ένα μέρος που δεν μπορούσαμε με τίποτα να ενταχθούμε, αφού δεν μπορούσα να ταυτιστώ με τα βιώματα, τις πράξεις και τα συναισθήματα άλλων ατόμων, αλλά δεν μπορούσα να μοιραστώ και τα δικά μου, για να μην κάνω trigger σε κανέναν.

Μετά από δύο συνεχόμενες συνεδρίες που έχασα, έπρεπε αναγκαστικά να σταματήσω, έσπασα τον κύκλο της θεραπείας και μπορούσα να τον ξαναρχίσω μόνο μετά από έναν χρόνο.

Αποφάσισα να επισκεφθώ την πρώτη μου γιατρό, ώστε να ακούσω την άποψη της. Παραξενεύτηκε με τη διάγνωση αρχικά, αλλά ήταν σίγουρη ότι δεν ήταν κάτι που ήταν αληθές, και υπήρξα απλά ένα νούμερο, για επιστημονικές έρευνες. Ένας ασθενής που πάσχει από Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας, αλλά μέσα από τις συνεδρίες ζει με αυτό πλέον και είναι πλήρως λειτουργικός. Ένα παράδειγμα δηλαδή ότι μπορείς να ζεις με μια διαταραχή προσωπικότητας.

Και αν σου φαίνεται παράξενο κάτι τέτοιο πρέπει να γνωρίζεις ότι δεν είμαι μόνο εγώ θύμα μιας λάθος ψυχιατρικής διάγνωσης. Μάλιστα, μια έρευνα που πραγματοποιήθηκε στις ΗΠΑ, ανάμεσα σε 840 ασθενείς πρωτοβάθμιας περίθαλψης, τα ποσοστά λανθασμένης διάγνωσης για μείζονες καταθλιπτικές διαταραχές ήταν στο 65,9%, η λανθασμένη διάγνωση για διπολικές διαταραχές ήταν 92,7%, η διαταραχή πανικού ήταν στο 85,8%, η γενικευμένη αγχώδης διαταραχή ήταν 71,0% και η κοινωνική αγχώδης διαταραχή ήταν 97,8%.

Γιατί συμβαίνει;

Οι λόγοι που μπορεί να γίνει κάποια λάθος διάγνωση ποικίλουν, ίσως ο ασθενής να μην είναι άνετος να ανοιχτεί για όσα του συμβαίνουν αλλά και για το παρελθόν του. Καθώς οι ειδικοί ψυχικής υγείας βασίζονται κατα κύριο λόγο στα λεγόμενα του ασθενή, αν δεν γνωρίζουν όλο το υπόβαθρο είναι πολύ πιθανό να γίνει λάθος στη διάγνωση. Για παράδειγμα πολλοί ασθενείς με διπολική διαταραχή δεν αναφέρουν στον θεραπευτή τους τα μανιακά επεισόδια που παθαίνουν, ή τις περιόδους που έχουν πολύ περισσότερη ενέργεια, είτε γιατί ντρέπονται είτε γιατί δεν το θεωρούν άξιο αναφοράς.

Επίσης, πολλά συμπτώματα μπορούν να μπερδέψουν τους ιατρούς, σε πολλές περιπτώσεις γίνεται κάποια διάγνωση για κατάθλιψη, ενώ στην πραγματικότητα, ο ασθενής πάσχει από υποθυρεοειδισμό, όπου προκαλεί την ίδια έλλειψη ενέργειας και το αίσθημα κόπωσης.

Πώς θα το αποφύγω;

Το κείμενο αυτό δεν θέλει να σε αποτρέψει από το να ζητήσεις βοήθεια από κάποιον ειδικό αν νιώθεις να το χρειάζεσαι αλλά προσπαθεί να σε πείσει για το ακριβώς αντίθετο. Ζήτησε βοήθεια από έναν ειδικό ψυχικής υγείας, αλλά να είσαι απόλυτα ειλικρινής απέναντι του. Μίλησε για το παρελθόν σου αλλά και όσα σου συμβαίνουν και σε απασχολούν, ακόμα και αν πιστεύεις ότι δεν υπάρχει λόγος να τα μοιραστείς, ίσως για εκείνον να αποτελέσει το κλειδί για μια σωστή διάγνωση. Μπορείς ακόμα να δημιουργήσεις και ένα ημερολόγιο με τις καθημερινές σου συμπεριφορές!

Είναι πολύ σημαντικό να ψάξεις κάποιον που έχει ειδικότητα πάνω στη δική σου πάθηση. Πάνω κάτω ξέρεις τι σε ταλανίζει, έχεις σίγουρα αποθηκεύσει κείμενα που βρήκες αφότου έγραψες τα συμπτώματα σου στο Google κι έτσι αν βρεις έναν ιατρό που ειδικεύεται σε αυτό η διάγνωση θα είναι και πιο γρήγορη και πιο κοντά σε εσένα.

Μην φοβηθείς να αμφισβητήσεις όσα ακούς. Δεν εννοώ να μην είσαι δεκτικός ως προς αυτά που ακούς, αλλά αν κάτι από όσα ακούς και διαβάζεις δεν σου κολλάει, πάρε μια επιπλέον γνώμη.

Πέρασα πάνω από ένα χρόνο της ζωής μου πιστεύοντας ότι πάσχω από Οριακή Διαταραχή Προσωπικότητας, διάβαζα βιβλία και έβλεπα βίντεο, και προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι όσα βλέπω είμαι εγώ σε μια προσπάθεια να κατανοήσω τις εναλλαγές στη διάθεση μου και λίγο από τον θυμό που είχα μέσα μου και ακόμα και σήμερα πολλές φορές δικαιολογώ συμπεριφορές μου σε μια λάθος διάγνωση.

Το ένστικτό μου όμως με έσπρωξε να ακούσω και μια άλλη γνώμη και να σταματήσω να βρίσκομαι κάπου που καταπιέζομαι. Αν δεν ήμουν όμως τυχερή δεν μπορώ να ξέρω που μπορεί να με είχε πάει αυτή η διάγνωση.