Αν μου έκαναν την ίδια ερώτηση πριν γίνω μαμά, θα απαντούσα με βεβαιότητα «μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού». Έμπαινα σε σπίτια φίλων και συγγενών που είχανε μωρά και τρόμαζα στη θέα ενός καθιστικού γεμάτου από άκρη σε άκρη με διάφορα μπλιμπλίκια -θορυβώδη τρενάκια, εντυπωσιακές πίστες, λούτρινα που μιλούσανε, ρομπότ που χορεύανε και άλλα παρόμοια. Εγώ -έλεγα- με τίποτα δεν θα μπορούσα να έχω τόση σαβούρα στο σπίτι μου. Και όπως γίνεται συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις, δεν άργησε να έρθει κι η σειρά μου. Το πάρκο, από το οποίο σημειωτέον το παιδί προσπαθούσε να αποδράσει με κάθε τρόπο καθώς προφανώς δεν έβρισκε κάτι ενδιαφέρον μέσα του, στολίστηκε μπροστά από το τζάκι και περιείχε όλες τις τελευταίες κυκλοφορίες της παιχνιδοαγοράς. Παρόμοια ήταν φυσικά η εικόνα και στο παιδικό δωμάτιο, την κρεβατοκάμαρα, το γραφείο. Προς υπεράσπισή μου να πω ότι πολλά ήταν ευγενικές χορηγίες από γαλαντόμους συγγενείς, φίλους και συναδέλφους. Το θέμα ήταν όμως ότι δεν έβαζα φρένο. Ένιωθα ότι όσο πιο πολύ υλικό είχα για να παίξω μαζί του, τόσο περισσότερα θα του μάθαινα.

«Τα παιδιά έχουν από τη φύση τους πολύ περιορισμένο χρόνο συγκέντρωσης σε ένα αντικείμενο και όταν περιτριγυρίζονται από πολλά, δυσκολεύονται να διαχειριστούν τα ερεθίσματα που λαμβάνουν» λέει η Βαλέρια Σελλά, σύμβουλος γονεϊκότητας και Leader Trainer στο IslandofMan Academy. Έρευνες όπως αυτή επιβεβαιώνουν τα λεγόμενά της, αφού δείχνουν ότι παιδιά 18-30 μηνών που επέλεξαν 4 αντί για 16 παιχνίδια, έπαιζαν περισσότερη ώρα και με πιο δημιουργικό τρόπο με αυτά, καθώς είχαν την ευκαιρία να τα εξερευνήσουν καλύτερα. «Για τα παιδιά όλος ο κόσμος είναι παιχνίδι» μας θυμίζει η Βαλέρια, τονίζοντας ότι θα πρέπει να το έχουμε αυτό στο μυαλό μας και να αποδεσμευτούμε από την αντίληψη ότι παιχνίδι είναι μόνο ό,τι πληρώνουμε και αυτό ισχύει ανεξάρτητα από το αν έχουμε την οικονομική δυνατότητα ή όχι να αγοράσουμε κάτι. Με αυτό το δεδομένο, δεν έχει τόση σημασία να ορίσουμε τον ακριβή αριθμό παιχνιδιών που χρειάζεται το παιδί μας, αλλά να καταλάβουμε το πώς λειτουργεί η ποσότητα γι’ αυτό.

Εγώ αν και αντιλαμβανόμουν ότι ο γιος μου στην πραγματικότητα δεν ασχολούταν παρά με ελάχιστα παιχνίδια και με ενοχλούσε μάλιστα που δεν συνειδητοποιούσε την αξία τους (δεν έχει κλάψει ποτέ για παιχνίδι που έσπασε, έχασε, χάρισε κ.ο.κ.), δυσκολευόμουν να τα αποχωριστώ. Από τη στιγμή που περνούσα πολύ χρόνο μαζί του (όσο ζούσαμε στην Αθήνα, δεν υπήρχε η πολύτιμη συνδρομή των παππούδων στο μεγάλωμά του) ήθελα να έχουμε ποικιλία επιλογών. «Σε περίπτωση που θέλουμε να απασχολήσουμε το παιδί και παίρνουμε για εμάς τα παιχνίδια, υπάρχουν εναλλακτικές» λέει η Βαλέρια προτείνοντάς μας να το συμπεριλάβουμε στις δραστηριότητες του σπιτιού. «Χρειάζεται απλώς λίγος κόπος από πλευράς μας για να ανακαλύψουμε τι του αρέσει να κάνει. Μπορεί για παράδειγμα να ταιριάξει μαζί μας τα συρτάρια της ντουλάπας ή να σταθεί δίπλα μας στον πάγκο της κουζίνας και με ένα μαχαίρι βουτύρου να κόβει ντομάτα που πρόκειται να μπει στο φαγητό. Έτσι και το παιδί ανακαλύπτει τα ενδιαφέροντά του και εμείς γλιτώνουμε πολύτιμο χρόνο, που δεν χρειάζεται να μπαίνουμε στη σφαίρα του παιδιού και μετά να βγαίνουμε από αυτή για να μπούμε στη σφαίρα των ενηλίκων».

Ποιο είναι το κατάλληλο παιχνίδι για κάθε ηλικία;

Και πάλι η απάντηση δεν μπορεί να είναι συγκεκριμένη. Ο κανόνας που θα μπορούσαμε να ακολουθήσουμε σύμφωνα με τη Βαλέρια είναι ο εξής: Σε μικρότερες ηλικίες που τα παιδιά αναπτύσσουν διάφορες δεξιότητες, ιδίως σε ό,τι αφορά στη λεπτή κινητικότητα, καλό είναι να προτιμούμε όσο το δυνατόν πιο απλά αντικείμενα χωρίς πολλές λειτουργίες. Καθώς μεγαλώνει το παιδί, θα πρέπει να στρεφόμαστε σε επιλογές που το βοηθούν να μπαίνει σε διαδικασίες ανοικτού παιχνιδιού, δηλαδή να μην είναι προδιαγεγραμμένο το αποτέλεσμα πχ. να βάλει μια μπάλα σε μια τρύπα ή να χρωματίσει κάτι χωρίς να βγει από το περίγραμμα. Στη σωστή κατεύθυνση κινούνται τα παιχνίδια ρόλων ή η ζωγραφική που εξάπτουν την περιέργεια του παιδιού και βάζουν τη φαντασία του να δουλέψει. Φυσικά σε όλα αυτά θα πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη μας και τις κλίσεις ή τις αδυναμίες του παιδιού. Μπορεί να περνάει μια φάση που τρελαίνεται για τις κούκλες ή τους σούπερ ήρωες. Δεν χρειάζεται να το κατευθύνουμε υποχρεωτικά σε άλλες επιλογές. Εάν αργότερα τα βαρεθεί, μπορούμε να τα αποσύρουμε και να εμφανίσουμε είδη από άλλη κατηγορία που του αρέσει.

Αντιμέτωποι με τα θέλω του

Όσοι έχουμε μπει σε κατάστημα παιχνιδιών με ένα παιδί ξέρουμε πόσο δύσκολο είναι να το πείσουμε να φύγει με άδεια χέρια. Μια καλή λύση, όπως λέει η Βαλέρια, είναι οι λίστες. «Εκτός κι αν είναι κάτι που μας βρίσκει ιδεολογικά αντίθετους ή που δεν θέλουμε να αγοράσουμε από άποψη ασφαλείας, δεν υπάρχει λόγος να αρνηθούμε ή να μαλώσουμε. Μπορούμε να προτείνουμε στο παιδί να φωτογραφίσουμε το αντικείμενο που επιθυμεί και να το βάλουμε σε μια λίστα για να το αποκτήσει την επόμενη φορά». Με τον ίδιο τρόπο μπορούμε να διαχειριστούμε και το χαρτζιλίκι από τους παππούδες. Καλό είναι να αποφασίσει μόνο του πώς θα το αξιοποιήσει και αν θα το ξοδέψει όλο για ένα ακριβό είδος ή αν θα προτιμήσει να πάρει περισσότερα φθηνότερα. Είναι μάθημα για το παιδί να σκεφτεί την επιλογή που θα κάνει, ακόμα και αν το επόμενο λεπτό μετανιώσει.

Τι κάνουμε με το… πλεόνασμα

Σε περίπτωση τώρα που επιμένει αν και έχει πολλά λούτρινα ζωάκια να πάρει άλλο ένα, μπορούμε να μην του χαλάσουμε χατίρι, αρκεί να επιλέξει ποιο θα αποχωριστεί από αυτά που ήδη έχει για να δώσει τη θέση του στο καινούργιο. Η συμβουλή της Βαλέριας είναι να αφιερώσουμε ένα ΣΚ ως οικογένεια και να κάνουμε το ξεσκαρτάρισμα χρησιμοποιώντας τρεις κούτες με είδη 1) για την αποθήκη, 2) για χάρισμα 3) που θα ανεβάσουμε ψηλά στην ντουλάπα και θα τα επαναφέρουμε στο προσκήνιο σε άλλη στιγμή ή ίσως να τα πουλήσουμε. Είναι σημαντικό να εφαρμοστεί η ίδια τακτική για όλα τα μέλη της οικογένειας και όχι μόνο για το παιδί, ώστε να κατανοήσει ότι δεν υπάρχει λόγος να στοιβάζουμε άσκοπα αντικείμενα μέσα στο σπίτι. Το μόνο σίγουρο είναι ότι για εκείνο κι αυτή η διαδικασία θα είναι παιχνίδι!