Η Βανέσα Αρχοντίδου μας μιλά για τα παιδικά της χρόνια, τις 7 πιο ψηλές κορυφές των 7 ηπείρων, αλλά και το πώς από γυναίκα γραφείο έγινε γυναίκα που παίρνει τα βουνά.

Ήμουν από τα παιδιά που δεν είχαν χωριό. Ήμουν παιδί της πόλης. Μεγάλωσα και γεννήθηκα στην Αθήνα, στου Ζωγράφου. Είχαμε όμως ένα εξοχικό, στο Αλεποχώρι, στους πρόποδες των Γερανείων. Εκεί ερχόμουν κοντά με τη φύση και κυρίως με το βουνό. Η μυρωδιά του βρεγμένου χώματος και των ρετσινιών ήταν το κάτι άλλο για μένα. Εκεί έπαιζα ως παιδί με τους φίλους μου τα καλοκαίρια, στήνοντας φρούρια. Το σοκ που έπαθα από την καταστροφή αυτού του τόπου εξαιτίας της πυρκαγιάς του ’21 ήταν και ένας από τους λόγους που με ώθησαν να κάνω αυτή τη συμβολική δράση με την Ανταρκτική. Κατάλαβα ότι δεν χάθηκαν απλά δέντρα, αλλά και αναμνήσεις και ποιότητα ζωής. 

Η οικογένειά μου δεν είχε αντιληφθεί πόσο μου άρεσε η φύση. Μέχρι τα 18 μου το μόνο πράγμα που έκανα ήταν να πηγαίνω στο σχολείο και να διαβάζω για να περάσω στο πανεπιστήμιο. Η πρώτη μου δουλειά ήταν στο τμήμα μάρκετινγκ μιας πολυεθνικής εταιρείας, όπου η ζωή μου ήταν ασφυκτικά δύσκολη σε επίπεδο ψυχικής ηρεμίας. Ένιωθα πως το μυαλό μου δεν ξεκουραζόταν ποτέ.

Όλα ξεκίνησαν μια Κυριακή. Μια φίλη μου με προσκάλεσε να πάω μαζί της μιας εκδρομή με τον ορειβατικό σύλλογο στον οποίο εκείνη μόλις είχε γραφτεί. Της είπα «είσαι τρελή, σιγά μην πάμε εμείς εκδρομή σε βουνό, που δεν έχουμε περπατήσει ποτέ στη ζωή μας». Τελικά με έπεισε και πήγαμε με τον Αθηναϊκό Ορειβατικό Σύλλογο στον Ολίγυρτο, ένα βουνό της Πελοποννήσου με υψόμετρο 1.935 μέτρα. Εμφανίστηκα με μια βαμβακερή φόρμα και ένα ζευγάρι κίτρινα Timberland μποτάκια, που συνήθως τα φορούσαμε όταν πηγαίναμε στις ντίσκο. Μπορεί να πλήγιασαν τα πόδια μου, αλλά κατάφερα να πατήσω την πρώτη μου κορυφή και να μη σκεφτώ καθόλου τη δουλειά. Σαν να καθάρισε το μυαλό μου. Πονούσα τόσο πολύ από τα λάθος παπούτσια και ήθελα τόσο πολύ να φτάσω στην κορυφή, που δεν είχα μυαλό να σκεφτώ το γραφείο. 

Ήθελα να κουράζω το σώμα, ώστε να ξεκουράζω το μυαλό και έτσι έγινα θαμώνας του συλλόγου. Μέσα από εκεί γνώρισα και ανθρώπους που με έκαναν να αισθάνομαι διαφορετικά, που δεν είχαν σχέση με το μάρκετινγκ και που οι συζητήσεις μαζί τους μου δημιουργούσαν την ανάγκη να κάνω περισσότερα βήματα σε επίπεδο ορειβασίας. 

Οι διακοπές έγιναν αφορμή για να βάζουμε νέους στόχους. Με τον σύζυγό μου, με τον οποίο παίρναμε μαζί τα βουνά, σκεφτόμασταν ότι αντί να πηγαίνουμε διακοπές και να καθόμαστε σε ένα ξενοδοχείο, όπου πιθανότατα θα βαριόμασταν, ήταν προτιμότερο να κάνουμε παράλληλα με τις διακοπές μας κάποια ορειβατική δραστηριότητα ή πεζοπορία. 

Το 2009 πήραμε το τρεκ στο Έβερεστ, που ξεκινά από τη Λούκλα και καταλήγει στο Everest Base Camp. Αν μου είχαν πει τότε ότι εγώ 10 χρόνια μετά θα ανέβαινα στην κορυφή του Έβερεστ θα έλεγα «τι είναι αυτά που λέτε». Οι άνθρωποι που είχα δει τότε να μας προσπερνούν, οι ορειβάτες, ήταν θεοί. 

Ο Όλυμπος έχει μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά μου. Πάντα μετά τις εγκυμοσύνες μου –δύο στο σύνολο– ανεβαίναμε μαζί με τον άντρα μου τον Όλυμπο. Αφήναμε τα παιδιά στους παππούδες και βάζαμε στόχο να τον ανέβουμε απ’ όλες τις μεριές του. 

Η Βανέσα Αρχοντίδου κοιτάει ψηλά
photo: Προσωπικό Αρχείο

Στην πρώτη μου κορυφή από τις 7 Κορυφές, στο Κιλιμάντζαρο, αποφασίσαμε να πάμε έναν Αύγουστο. Ήταν η πρώτη μου φορά στην Αφρική και με έκανε να καταλάβω πόσο ευλογημένοι μπορεί να είμαστε εμείς που ζούμε στην Ευρώπη.

Επόμενη στάση, η Αργεντινή και η υψηλότερη κορυφή των Άνδεων, η Ακονκάγκουα. Ήταν το 2015, όπου με άλλους ορειβάτες πήγαμε μαζί με τον Νίκο Μαγγίτση, τον πρώτο Έλληνα που έχει ανέβει και τις 7 Κορυφές. Ο Νίκος μού έβαλε το μικρόβιο για τις 7 Κορυφές μέσα από τις ιστορίες και τις διηγήσεις του. Βέβαια, όταν είπα σε ένα-δυο κοντινούς μου ανθρώπους ότι θέλω να το κάνω με αποπήραν. Γιατί, πρώτον, θα ήμουν μια γυναίκα ανάμεσα σε άντρες και, δεύτερον, γιατί είχα και δύο παιδιά και πού θα τα άφηνα. «Όλως τυχαίως», ο επόμενος προορισμός μου ήταν το Έλμπρους, η υψηλότερη κορυφή της Ευρώπης, στον Καύκασο. Στη φωτογραφία που τραβήξαμε όταν πατήσαμε την κορυφή του έχω σχηματίσει με τα δάχτυλά μου τον αριθμό 3! 

Μέσα από τη δουλειά μου έβλεπα ότι τα χρήματα τα οποία έδιναν οι εταιρείες για ένα event ή ένα fashion show ήταν τόσα πολλά που αν τα χρησιμοποιούσαν για σε έναν σκοπό γυναικείας ενδυνάμωσης, ο οποίος θα ενέπνεε κι άλλο κόσμο, θα ήταν πολύ καλύτερα. Έτσι ξεκίνησα να ψάχνω με υπομονή και επιμονή χορηγούς. 

Η δυσκολότερη ανάβαση ήταν στην κορυφή Ντενάλι της Βόρειας Αμερικής. Το κουραστικό δεν ήταν το ύψος (μιλάμε για 6.194 μέτρα), αλλά το γεγονός ότι έπρεπε να κουβαλάμε όλον μας τον εξοπλισμό με έλκηθρο και στην πλάτη μας. 

Η Βανέσα Αρχοντίδου κοιτάει ψηλά
photo: Προσωπικό Αρχείο

Έχω σκεφτεί πολλές φορές να τα παρατήσω. Αλλά συνήθως, επειδή ξέρω ότι υπάρχουν στάδια και βήματα, δεν το κάνω. Δηλαδή, αν είναι λόγω κούρασης, σκέφτομαι ότι μου έχει ξανασυμβεί και θα το ξεπεράσω. Αν είναι λόγω φόβου, βάζω τη λογική να δουλέψει και με ρωτάω: «Το έχεις ξανανιώσει; Το έχεις ξανανιώσει. Πάμε παρακάτω». Γενικά πάντως δεν τα παρατάω εύκολα. 

Το 2020 έχασα και τους δύο μου γονείς και μέσα μου άρχισε να φουντώνει ολοένα περισσότερο η σκέψη που έλεγε πως οτιδήποτε ζεις ως εμπειρία καλό είναι να το μοιράζεσαι. Αυτός ήταν ο σπόρος του A Woman Can Be, του οργανισμού που ίδρυσα. 

Όταν άρχισα να φτιάχνω τα αρχεία από τις αναβάσεις μου, έκανα μια θλιβερή διαπίστωση: καταστρέφουμε τον πλανήτη. Από τη μία θαμμένα σκουπίδια που αναδύονταν στο Έβερεστ εξαιτίας των παγετώνων που έλιωναν, από την άλλη το μεγαλύτερο χρυσωρυχείο στην Παπούα που είχε σκάψει όλη τη ζούγκλα από κάτω. Έψαξα και ενημερώθηκα και σκέφτηκα ότι η ανάβασή μου στο όρος Βίνσεν, στην Ανταρκτική, ως πρέσβειρας του Ευρωπαϊκού Συμφώνου για το Κλίμα, δεν θα ήταν απλώς το κλείσιμο των 7 Κορυφών, που θα είχε μόνο σημασία για μένα, αλλά θα ήταν και κάτι συμβολικό, κάτι πιο σημαντικό. Να δημιουργήσουμε ένα οπτικοακουστικό υλικό που θα ήταν η βάση για να μιλήσουμε για την κλιματική κρίση.

Όλα είναι θέμα εκπαίδευσης και καμπάνιας. Είπα, λοιπόν, στον εαυτό μου: «Αφού ασχολείσαι με το μάρκετινγκ και μπορείς να πουλήσεις, μην πουλήσεις κοσμήματα, πούλα για να δώσεις μηνύματα που θα οδηγήσουν σε ένα θετικό αποτέλεσμα». Αυτό είναι ύψιστης ψυχικής σημασίας για μένα. 

Ο τρόπος με τον οποίο ανεβαίνεις ένα βουνό είναι ο τρόπος με τον οποίο αντιμετωπίζεις τη ζωή σου. Φαίνεται ο αληθινός σου χαρακτήρας, οι δυνάμεις και οι αδυναμίες σου. Και αν μπορείς αυτές τις δυνάμεις να τις διαχειριστείς με τέτοιον τρόπο ώστε να πετύχεις τον στόχο σου, αυτό είναι ευτυχία. 

Όταν κλείνω τα μάτια και θέλω να ηρεμήσω, δεν φέρνω στο νου μου κάποια κορυφή. Οι κορυφές είναι άγριες.