Για πολλούς, η καρδιά της πρωτεύουσας χτυπάει στο Σύνταγμα ή τα Εξάρχεια. Για άλλους, σε γειτονιές όπως το Παγκράτι ή τα Πετράλωνα.

Η αλήθεια, όμως, είναι πως όποιος πράγματι επιθυμεί να νιώσει τον γνήσιο παλμό αυτής της πόλης, δεν έχει παρά να επισκεφθεί μια και μόνο «γωνιά» του αθηναϊκού κέντρου, το Μοναστηράκι. Εκεί όπου συνυπάρχουν αρμονικά όλες οι ξεχασμένες από το πέρασμα του χρόνου ιστορίες, οι εποχές, οι διαφορετικές γλώσσες, θρησκείες, κουλτούρες, νοοτροπίες αλλά και οι «ανακατεμένοι» πολιτισμοί, που τους ενώνει, όμως, η ανάγκη του εμπορίου.

Αυτή η πλατεία των λίγων τετραγωνικών μέτρων συνιστά σημείο αναφοράς και τόπο συνάντησης εκατομμυρίων επισκεπτών και τουριστών κάθε χρόνο, που αγαπούν να κάνουν τη βόλτα τους στα αναρίθμητα μικρά καταστήματα και στους πάγκους των μικροπωλητών της, απ’ όπου «αναδύεται» ολόκληρη η ιστορία, η γραφικότητα και το άρωμα της παλιάς Αθήνας, εμπλουτισμένης με τα σύγχρονα πλέον αστικά χαρακτηριστικά.

Κάθε Κυριακή, μάλιστα, η κίνηση και οι ρυθμοί κορυφώνονται, όταν στήνεται εδώ η μεγάλη υπαίθρια αγορά ή αλλιώς το «Γιουσουρούμ».

Για την ιστορία, η λέξη «γιουσουρούμ» (υπαίθρια αγορά μεταχειρισμένων ειδών) προέκυψε από το επώνυμο του παλαιοπώλη Ηλία Γιουσουρούμ, (απόγονο του -επίσης εμπόρου- Νώε Γιουσουρούμ) με καταγωγή από τη Σμύρνη, ο οποίος ίδρυσε το πρώτο παλαιοπωλείο στο Μοναστηράκι κατά τα τέλη του 19ου αιώνα.

Τον «πυρήνα», θα λέγαμε, αυτής της συνοικίας αποτελεί μια από τις πιο παλιές και ιστορικές πλατείες του κέντρου της Αθήνας, η πλατεία Αβυσσηνίας, μεταξύ των οδών Ερμού, Ηφαίστου (ίσως ο πιο χιλιοπερπατημένος δρόμος της ευρύτερης περιοχής!) και Αγίου Φιλίππου. Όσο για το όνομα αυτής της πλατείας, εδώ φαίνεται πως επικρατούν δύο εκδοχές. Η μία υποστηρίζει πως οφείλεται στους Αβησσύνιους (έτσι αποκαλούνταν τον 19ο αιώνα οι Αιθίοπες) που κατοικούσαν στη γύρω περιοχή. Σύμφωνα με τη δεύτερη εκδοχή, η πλατεία φέρεται να ονομάστηκε έτσι λόγω της ανθρωπιστικής βοήθειας του Αιθίοπα (Αβησσύνιου) αντιβασιλέα, που μοιράστηκε στους πρόσφυγες της πλατείας μετά την Μικρασιατική Καταστροφή το 1922.

Εδώ, από τις αρχές κιόλας του 19ου αιώνα, χτυπάει η καρδιά μιας υπαίθριας αγοράς καταστημάτων και παλαιοπωλείων, που στέκουν περήφανα το ένα δίπλα στο άλλο, γνωστής πλέον ως «Γιουσουρούμ» της Αθήνας.

Αλλά γιατί Γιουσουρούμ;

Ο, Εβραίος από τη Σμύρνη, Ηλίας Γιουσουρούμ (το όνομά του σημαίνει «άνθρωπος του Θεού») ήταν ιδιοκτήτης του πρώτου παλαιοπωλείου της πόλης ενώ διετέλεσε και πρόεδρος του κλάδου κατά τα τέλη του19ου αιώνα, όταν η αγορά των παλαιοπωλών μεταφέρθηκε στο Μοναστηράκι, που ως τότε υπήρχαν μαγαζάκια τεχνιτών, τα γνωστά κι ως «Μαγγανάδικα».

Σύμφωνα με τους εμπόρους της περιοχής, ο Γιουσουρούμ εγκαταστάθηκε στην πλατεία Αβησσυνίας κατά το 1863, σ’ ένα αρχοντικό που, μάλιστα, διασώζεται ακόμη. Μια Κυριακή, γυρίζοντας μούσκεμα στο σπίτι του μετά από μια ξαφνική μπόρα που τον έπιασε στο δρόμο, άπλωσε τα ρούχα του μπροστά από το σπίτι για να στεγνώσουν, κάτι που δημιούργησε στους περαστικούς την απορία αν τα ρούχα αυτά ήταν για πούλημα. Καθώς το ενδιαφέρον γινόταν όλο και μεγαλύτερο, ο Γιουσουρούμ σκέφτηκε να αρχίσει να μαζεύει διάφορα ρούχα και κάθε Κυριακή να τα πουλάει.

Με το απαράμιλλο ήθος του, την επαγγελματική του συνέπεια και έχοντας κατακτήσει πια μια ξεχωριστή θέση στην καρδιά των ανθρώπων της περιοχής, ο Ηλίας κατάφερε να καθιερώσει από το 1910 το κυριακάτικο παζάρι στην γειτονιά, το οποίο μοιραία πήρε και το όνομά του, ονομασία που έχει «επιζήσει» μέχρι και σήμερα.

Καθώς τα χρόνια περνούσαν και μετά και τη Μικρασιατική Καταστροφή, αρκετοί πρόσφυγες, που αναζητούσαν δουλειά, έγιναν πλανόδιοι παλιατζήδες και γυρνούσαν στις γειτονιές συγκεντρώνοντας παλαιά αντικείμενα, έπιπλα ή ρούχα, για να τα μεταπωλήσουν στους καταστηματάρχες της περιοχής. Με την αλλαγή, δε, του αστικού τρόπου ζωής, πολλές κατοικίες γκρεμίστηκαν και οι Αθηναίοι διέμεναν πια σε διαμερίσματα πολυκατοικιών, με αποτέλεσμα πολλά παλιά έπιπλα ή χρηστικά αντικείμενα να θεωρούνται περιττά και να καταλήγουν στην πλατεία Αβησσυνίας.

Σήμερα είναι Κυριακή και -όπως γίνεται κάθε Κυριακή από τότε που θυμόμαστε τον εαυτό μας- το πολύχρωμο παζάρι έχει στηθεί από νωρίς το πρωί έξω από τα παλαιοπωλεία και τις αντικερί της πλατείας, με τους δεκάδες μικροπωλητές να πλημμυρίζουν το χώρο με φωνές, προκαλώντας τους περαστικούς να αγοράσουν ό,τι λογής παλιό, καινούργιο ή μεταχειρισμένο αντικείμενο μπορεί κανείς να φανταστεί!

Όπως λένε, άλλωστε, και οι στίχοι του τραγουδιού «Γιουσουρούμ», του Νικόλα Άσιμου: «ξεπουλήσαμε τη φαντασία μας, για ένα κουστούμ… για ένα κουστούμ».

Περπατώντας λίγα μόλις μέτρα πιο κάτω αντικρίζουμε μια άκρως εντυπωσιακή γκάμα προϊόντων, πράγματα που δεν πιστεύαμε καν πως υπάρχουν ή πως κάποιος θα τα πουλούσε, πράγματα για πολλούς ανεπιθύμητα αλλά για πολλούς άλλους άκρως επιθυμητά.

Εδώ βρίσκουμε έπιπλα, αντίκες ή και κομμάτια αυτών, παλιά βιβλία και περιοδικά, μοντέρνα και vintage ρούχα, μπλουζάκια συγκροτημάτων, παπούτσια, χειροποίητες δερμάτινες τσάντες και σανδάλια, κοσμήματα, μουσικά όργανα, δίσκους βινυλίου, cd και γραμμόφωνα, πίνακες ζωγραφικής, στολίδια και αναμνηστικά, σημαίες, χάντρες, τουριστικά είδη, συλλογές χαρτονομισμάτων, διαφόρων ειδών παιχνίδια, ψιλολόγια, χάντρες, αυτοκινητάκια μινιατούρες και τόσα ακόμα αντικείμενα σε χαμηλή τιμή μεν αλλά ανεκτίμητης αξίας δε, ακριβώς γιατί είναι «φορτωμένα» με την αίγλη του παρελθόντος.

Ο κόσμος περνάει, τα χαζεύει, ψάχνει, καταλήγει σε αυτό που του αρέσει και παζαρεύει τις τιμές των αγαθών, όπως, φυσικά, γινόταν πάντοτε στο Γιουσουρούμ. Γιατί -κακά τα ψέματα- μπορεί να έχουν περάσει αρκετά χρόνια αλλά η περιοχή μοιάζει να παραμένει (στο μεγαλύτερο ποσοστό της) ένα από τα ελάχιστα μέρη στην Αθήνα που όλα γίνονται όπως δεκαετίες πριν!

Γιατί η ιστορία δεν μαθαίνεται μόνο μέσα από τα βιβλία, αλλά και μέσα από τα ίδια τα πράγματα…