Ονομάζομαι Μαρία Παπαγεωργίου και είμαι επιζήσασα καρκίνου. 

Διαγνώστηκα το 2011 με καρκίνο ενδομητρίου. Απ’ ό,τι έδειξε τελικά η βιοψία, ήμουν σε στάδιο ΙΙΙC, που σημαίνει ότι ο καρκίνος είχε φύγει από το σώμα της μήτρας και είχε ήδη κάνει μετάσταση στους λεμφαδένες, ευτυχώς σε πολύ πρώιμο στάδιο.

Ο συγκεκριμένος καρκίνος, στο μεγαλύτερο ποσοστό του, εμφανίζεται στις γυναίκες που έχουν ήδη μπει στην εμμηνόπαυση, εγώ όμως διαγνώστηκα στα 45, ακόμα σε παραγωγική ηλικία. Ήταν ένα μεγάλο σοκ και συγχρόνως μια ανακούφιση και θα σας εξηγήσω γιατί. 

Τα τελευταία έξι χρόνια πριν από τη διάγνωση, παιδευόμουν από αφόρητους πόνους στην κοιλιά που είχαν καταλήξει να είναι καθημερινοί. Πήγαινα ανά εξάμηνο στους γιατρούς, παθολόγους, γυναικολόγους, γαστρεντερολόγους, με τις αντίστοιχες εξετάσεις, και δεν μπορούσαν να βρουν τι έχω. Με είχαν κάνει να πιστεύω ότι έφταιγα εγώ, ότι ήταν ψυχολογικό, ότι ήταν ιδέα μου. Όμως ήξερα ότι κάτι φταίει και ότι ήταν γυναικολογικό, αφού ο πόνος θύμιζε τις κράμπες περιόδου, αλλά πολύ πιο έντονες. Πονούσα πολύ. Δεν μπορούσα να εστιάσω, να δουλέψω, να ηρεμήσω. Ήμουν συνέχεια σε μια ένταση. Ο πόνος είχε γίνει η πραγματικότητά μου. Είχα ξεχάσει πώς είναι να μην πονάς!

Σε μια ακόμα προσπάθεια να βρω μια λύση με τον πόνο έκανα άλλον έναν γύρο σε γιατρούς. Η τύχη με οδήγησε στο ιατρείο του κ. Δημήτρη Χαϊδόπουλου, Γυναικολόγου-Ογκολόγου, δηλαδή ενός γυναικολόγου εξειδικευμένου στους γυναικολογικούς καρκίνους. Και αυτός με άκουσε, με ρώτησε πάνω σε αυτά που του έλεγα, ζήτησε διευκρινίσεις, με έκανε να αισθανθώ ότι δεν είμαι τρελή. Μου ζητήθηκε να κάνω μια απόξεση, στην οποία φάνηκε η κακοήθεια. 

Όπως μου εξήγησε, η μήτρα έκανε συσπάσεις για να διώξει το ξένο σώμα και έτσι εξηγούνταν οι πόνοι που ένιωθα. Προγραμματίστηκε αμέσως χειρουργείο, ολική υστερεκτομή μετά εξαρτημάτων. Το χειρουργείο μου το έκανα στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα, όπου βρίσκεται η Πανεπιστημιακή Κλινική Γυναικολογικής Ογκολογίας.

Η βιοψία μου, όπως είπα, έδειξε ότι ο καρκίνος είχε ήδη κάνει μετάσταση. Η θεραπεία μου, εκτός του χειρουργείου, περιλάμβανε ακτινοθεραπεία, βραχυθεραπεία και χημειοθεραπεία. Ευτυχώς, είχαν σταματήσει οι πόνοι και, όσο κι αν υπάρχει μια δόση ειρωνείας, το γεγονός ότι ήξερα τι έχω ώστε να το αντιμετωπίσω με έκανε να νιώθω μια ανακούφιση. Ανακούφιση μαζί με φόβο, μαζί με χάος, μαζί με στενοχώρια, μαζί με πίκρα, με αίσθηση ήττας, με παράπονο, με μοναξιά. Τόσα πολλά συναισθήματα δύσκολα στη διαχείρισή τους.

Με τη συμπαράσταση της οικογένειας και τις συμβουλές του γιατρού μου, μπήκα σε μια διαδικασία να δω ποιο είναι το επόμενο βήμα μου. Πού θα κάνω τις ακτινοθεραπείες, να βρω ογκολόγο, να χαράξω την περαιτέρω πορεία μου. Αυτά τα διαδικαστικά, όσο κι αν ήταν κουραστικά, για μένα ήταν και βοηθητικά. Με έκαναν να αισθάνομαι ότι είχα κάποιον έλεγχο σε αυτό το χάος και το αίσθημα φόβου στο οποίο η λέξη καρκίνος με είχε ρίξει. Με κάποιον τρόπο, με το να παίρνω εγώ τις αποφάσεις μπορούσα να διαχειριστώ καλύτερα αυτό που μου συνέβαινε. Με το να λέω τα πράγματα με το όνομά τους και να έχω τον λόγο εγώ στο τι θα κάνω, πού και με ποιον, έφερνα την κατάσταση σε ένα μέγεθος που μπορούσα να διαχειριστώ. 

Έχω καρκίνο

Artem Kovalev/ Unsplash

Ξεκίνησα τις θεραπείες μου. Ακτινοβολίες αρχικά, βραχυθεραπεία μετά –που όσοι την έχουν κάνει ξέρουν πόσο άβολη και δύσκολη είναι– και, τέλος, χημειοθεραπεία. Σε γενικές γραμμές τις ανέχτηκα καλά. Δεν είχα φοβερές παρενέργειες. Έπεσαν τα λευκά μου στα τάρταρα βέβαια. Ένιωθα κούραση. Πρόσεχα πολύ. Είχα πόνους, δυσθυμία. Ήταν μέρες που δεν ήθελα να σηκωθώ από το κρεβάτι και έμενα κουκουλωμένη κάτω από τα σκεπάσματα. Ευτυχώς, είχα τη βοήθεια και τη συμπαράσταση των δικών μου, ψυχολογική υποστήριξη από ειδικό, αλλά και τα αγαπημένα μου ζωάκια, που πολλά τέτοια πρωινά ήταν ο λόγος που σηκωνόμουν για να τους βάλω φαγητό και να παίξω μαζί τους.

Έψαξα να βρω ομάδες καρκινοπαθών στο διαδίκτυο, να βρεθώ με άλλους ανθρώπους που καταλάβαιναν καλύτερα αυτό που περνούσα. Έτσι βρήκα τον Σύλλογο Καρκινοπαθών Εθελοντών Φίλων Ιατρών – Κ.Ε.Φ.Ι. και μπήκα στη μεγάλη αυτή οικογένεια, όπου η συναναστροφή με τους άλλους ασθενείς αλλά και η ψυχολογική και πρακτική υποστήριξη που βρήκα με βοήθησαν να διαχειριστώ και να αντιμετωπίσω όλα αυτά που αισθανόμουν. 

Παρενέργειες υπήρχαν από τις θεραπείες και συνεχίζουν να υπάρχουν. Έκανα μια μετεγχειρητική κοίλη, που το χειρουργείο για αυτή μετά από κρίση ειλεού έχει δημιουργήσει μια άλλη κοίλη. Χρειάστηκε να κάνω αρθροπλαστική και στα δύο ισχία μου, ο φόβος του λεμφοιδήματος είναι πάνω από το κεφάλι μου, αλλά το χειρότερο είναι ότι όταν έφτασα στα έξι χρόνια, σε μια επαναληπτική εξέταση, είδαμε κάτι στο νεφρό που είναι κακοήθεια. Αν δεν έκανα τις επαναληπτικές, ίσως δεν θα το έβρισκα πριν να είναι πολύ αργά, ενώ τώρα το παρακολουθούμε και υπάρχει μια εποπτεία. 

Ο καρκίνος με φέρνει αντιμέτωπη με την έννοια του τέλους κάθε φορά που κάνω εξετάσεις, αλλά ως τώρα κάθε φορά η ζωή κερδίζει και συνεχίζω. Με δυσκολίες, αλλά συνεχίζω.

Ένα πολύ δυνατό μάθημα που πήρα είναι να πιστεύω τον εαυτό μου και στα μηνύματα που μου δίνει το σώμα μου, να τον εμπιστεύομαι, όπως και να απευθύνομαι στους ειδικούς, σε αυτούς που ξέρουν και ακούν. 

Για αυτόν τον λόγο στο Κ.Ε.Φ.Ι. έχουμε δημιουργήσει μια ομάδα με ασθενείς με γυναικολογικό καρκίνο, την «Εριφύλη», όπου οι γυναίκες μπορούν να βρουν συνοδοιπόρους στον δύσκολο δρόμο που βρίσκονται. Είναι δύσκολο να μιλήσεις για τον γυναικολογικό καρκίνο γιατί, εκτός της δυσκολίας του καρκίνου αυτού καθ’ αυτόν, υπάρχει και η δυσκολία της παραδοχής ότι νοσεί η ίδια μας η φύση.

Κλείνω λέγοντας πως είναι πολύ σημαντικό να εμπιστευόμαστε αυτό που νιώθουμε, να ζητάμε βοήθεια και να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους!

Είμαι ο Βασίλης Αλιβιζάτος, επιζών από καρκίνο του στόματος. 

«Λοιπόν, νεαρέ μου, πόσων χρονών είπαμε ότι είσαι;» με ρώτησε ο γιατρός.

«28 χρόνων είμαι, γιατρέ. Ψάχνετε γαμπρό για την κόρη σας; Είμαι πιασμένος, χα χα» του απάντησα με αφελές χιούμορ.

«Και πόσα χρόνια είπαμε ότι καπνίζεις;» συνέχισε αυτός σοβαρά.

«Δεν έχω βάλει ποτέ τσιγάρο στο στόμα μου» συνέχισα με την ίδια αφέλεια.

«Ποτέ;! Νεαρέ μου, τι να πω… τόσο μικρός, μη καπνιστής… τι να πω, δεν έχω λόγια…» άρχισε να λέει έκπληκτος, κοιτώντας πότε εμένα και πότε την άφθα, την πληγή που έβλεπε στο κάτω μέρος του στόματος, κάτω από τη γλώσσα.

Ήταν Σεπτέμβριος 1999 και αυτή η στιχομυθία ήταν η αρχή ενός δύσβατου μονοπατιού, το οποίο με οδηγούσε χωρίς εναλλακτικές διαδρομές σε ένα μεγάλο βουνό, σε έναν Γολγοθά. Το συνάντησα στο διάβα μου μικρός σχετικά σε ηλικία, ανώριμος, αλλά γεμάτος από τη ζωντάνια και το πάθος της νιότης, τα οποία έπαιξαν μεγάλο ρόλο στις αποφάσεις μου. Στη συνέχεια, ήρθε και το αποτέλεσμα της ιστολογικής εξέτασης: ακανθώδες κυτταρικό καρκίνωμα στοματικής κοιλότητας. Το μονοπάτι γινόταν ακόμα πιο δύσβατο και δύσκολο, και τις πρώτες ώρες κατέρρευσα, έχασα τον κόσμο, έκλαψα, θύμωσα και τα έβαλα με θεούς κι ανθρώπους. Μετά, πιο ήρεμος, και αφού είχε εκτονωθεί ο θυμός μου, συνειδητοποίησα πως είχα δύο επιλογές: ή να κλάψω την άσχημη μοίρα μου και να σκάψω ένα λαγούμι να μπω μέσα να εξαφανιστώ ή να σφίξω τα δόντια, να πάρω κουράγιο και να ανέβω όλο το βουνό σπιθαμή προς σπιθαμή, βήμα προς βήμα. Παρασυρόμενος από το κεφαλλονίτικο πείσμα μου και την ξεροκεφαλιά μου, αλλά και την αφέλεια της νιότης, που όλα τα θεωρεί εύκολα, είπα «όχι, ρε πούστη μου, δεν θα κρυφτώ» και ξεκίνησα σιγά-σιγά την ανηφόρα. Ήταν πολύ μεγάλη η ανηφόρα, την κορυφή πότε την έβλεπα να πλησιάζει και πότε να χάνεται στον ορίζοντα. Αλλά εγώ εκεί, έπεφτα, σηκωνόμουν, γλιστρούσα, συνέχιζα, ξαναέπεφτα, ξανασηκωνόμουν και ξανά από την αρχή.

Έχω καρκίνο

Youssef Naddam/ Unsplash

Αρχικά, έγινε επέμβαση και καθαρισμός της περιοχής εδώ στην Αθήνα, σε δημόσιο νοσοκομείο. Όλα, κατά τους γιατρούς, πήγαν τέλεια, όλα καθαρίστηκαν πλήρως. Μια σειρά από ακτινοβολίες ήρθε να επισφραγίσει ότι όλα τελείωσαν. Αλλά, δυστυχώς, όλα μόλις είχαν αρχίσει. Μέσα στο εξάμηνο, Πρωτοχρονιά του 2000 και ενώ όλος ο κόσμος γιόρταζε με πυροτεχνήματα το Millennium, σε μένα είχε γίνει μετάσταση στο οστό της κάτω γνάθου και τώρα τα πράγματα ζόριζαν, δυσκόλευαν. Η καινούργια χιλιετία δεν με είχε βρει και στα καλύτερά μου… Χρειαζόταν να αφαιρεθεί σχεδόν όλο το οστό και στη θέση του θα έμπαινε είτε μεταλλική πλάκα ή, ακόμα καλύτερα, οστό από άλλο σημείο του σώματος. Έπειτα από μια σειρά χημειοθεραπειών που με διέλυσαν σωματικά αλλά και οργανικά και αφού περιορίστηκε η αλματώδης επιθετικότητα του καρκίνου, βρέθηκα στην Αγγλία, στο Λονδίνο, για να κάνω τη μεταμόσχευση με ελεύθερο μόσχευμα οστού από την ωμοπλάτη. Ήταν Ιούλιος του 2000 κι ενώ η Αθήνα καιγόταν στους 43 βαθμούς εγώ ήμουν στο μουντό Λονδίνο κοιτώντας από το παράθυρο του νοσοκομείου το ψιλόβροχο, γεμάτος αγωνία για την έκβαση μιας πολύωρης (πάνω από 12 ώρες) εγχείρησης. Όλα, κατά τους γιατρούς, πάλι πήγαν τέλεια, το μόσχευμα (οστό και μυϊκός ιστός) «έδεσε» πολύ καλά στην περιοχή της γνάθου που είχε αφαιρεθεί. Αλλά –πάντα υπάρχει ένα αλλά– δεν υπολογίστηκε ότι η περιοχή ήταν ακτινοβολημένη και ο οργανισμός καταβεβλημένος μετά τις χημειοθεραπείες. Το αποτέλεσμα ήταν δύο φοβερές και τρομερές επιπλοκές, που με έφεραν ένα σκαλοπάτι πριν μπω στη βάρκα…