Πλέον τα μηνύματα γύρω από τη διατροφή γίνονται ολοένα και πιο πολλά, αναπαράγοντας συχνά λανθασμένες διατροφικές πεποιθήσεις. Αυτό μερικές φορές μπορεί να μας εμποδίζει να θέσουμε καλύτερες προθέσεις για μια υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή. Όμως, ποιοι είναι αυτοί οι μύθοι που είναι καλό να μείνουν στο παρελθόν μια για πάντα;

Μύθος #1: Οι υδατάνθρακες παχαίνουν

Οι υδατάνθρακες αποτελούν ένα θρεπτικό συστατικό το οποίο συχνά παρεξηγείται και επανειλημμένα έχει κατηγορηθεί οτι προκαλεί αύξηση βάρους και κατακράτηση υγρών, ενώ συχνά πιστεύεται ότι μια δραστική μείωση της πρόσληψης υδατανθράκων ή ακόμη και ένας πλήρης αποκλεισμός τους αποτελεί «κλειδί» για την απώλεια βάρους.

Πραγματικότητα: Οι υδατάνθρακες αποτελούν ένα σημαντικό μέρος της διατροφής μας, καθώς είναι η προτιμώμενη πηγή καυσίμου του σώματος. Φυσικά, μια διατροφή με μειωμένη πρόσληψη επεξεργασμένων υδατανθράκων όπως το λευκό ψωμί, τα ζυμαρικά και τα ζαχαρούχα τρόφιμα μπορεί να συμβάλλει στη μείωση ή τη διατήρηση του βάρους. Την ίδια στιγμή όμως, τρόφιμα όπως τα δημητριακά ολικής άλεσης, τα φρούτα και τα λαχανικά, που αποτελούν επίσης πηγές υδατανθράκων, περιέχουν εξαιρετικά σημαντικά θρεπτικά συστατικά όπως φυτικές ίνες, βιταμίνες και ιχνοστοιχεία, και πρέπει να συμπεριλαμβάνονται σε μια υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή.

Το κλειδί είναι να εστιάσετε στη συνολική ισορροπία των θερμίδων, αντί να περιορίσετε συγκεκριμένα τρόφιμα ή ολόκληρες ομάδες τροφίμων. Αυτό σημαίνει να καταναλώνετε μια ποικιλία τροφίμων πλούσια σε θρεπτικά συστατικά, σε κατάλληλα μεγέθη μερίδων ανάλογα με τις διατροφικές σας ανάγκες.

Μύθος #2: Τα προϊόντα χωρίς γλουτένη είναι πιο υγιεινά

Τα τελευταία χρόνια υπάρχει η πεποίθηση πως μια διατροφή ελεύθερη σε γλουτένη είναι πιο υγιεινή και θρεπτική, ενώ ταυτόχρονα μπορεί να συμβάλλει στη μείωση βάρους και να βελτιώσει τη συνολική υγεία του εντέρου  [1, 2].

Πραγματικότητα: Η γλουτένη είναι μια πρωτεΐνη η οποία βρίσκεται σε τρόφιμα που περιέχουν σιτάρι, σίκαλη ή κριθάρι όπως τα ζυμαρικά, τα δημητριακά και τα αρτοσκευάσματα. Επίσης, συχνά προστίθεται σε τρόφιμα κατά την επεξεργασία τους για βελτίωση της υφής τους. Έτσι μπορεί μερικές φορές να τη βρείτε σε τρόφιμα που δεν θα περιμένατε όπως έτοιμες σάλτσες, παγωτά και συμπληρώματα διατροφής.

Παρόλο που μια δίαιτα ελεύθερη σε γλουτένη είναι απόλυτα αναγκαία για άτομα με κοιλιοκάκη ή άτομα με ευαισθησία στη γλουτένη ή το σιτάρι, μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καμία επιστημονική μελέτη που να υποδηλώνει ότι η κατανάλωση τροφίμων χωρίς γλουτένη από άτομα που δεν έχουν διαγνωσθεί με κοιλιοκάκη ή ευαισθησία στη γλουτένη/σιτάρι, μπορεί να βελτιώσει την υγεία, να βοηθήσει στην απώλεια βάρους ή να αποτρέψει την εμφάνιση κάποιας ασθένειας. Στην πραγματικότητα, ορισμένα προϊόντα χωρίς γλουτένη μπορεί να είναι χαμηλότερα σε θρεπτικά συστατικά και υψηλότερα σε θερμίδες, ζάχαρη και λίπος σε σύγκριση με τα αντίστοιχα που περιέχουν γλουτένη.

Επομένως, δεν χρειάζεται να αποφεύγετε τη γλουτένη εάν δεν υπάρχει κάποιος ιατρικός λόγος, μιας και η άσκοπη αποφυγή της γλουτένης μπορεί, τελικά, να κάνει περισσότερο κακό παρά καλό.

Μύθος #3: Οι δίαιτες “detox” βοηθούν στην αποτοξίνωση του οργανισμού

Οι δίαιτες αποτοξίνωσης, γνωστές και ως δίαιτες “detox”, συχνά ισχυρίζονται πως συμβάλλουν στην απομάκρυνση των τοξινών από το σώμα, βοηθούν στην απώλεια βάρους και βελτιώνουν τη συνολική υγεία.

Πραγματικότητα: Δεν υπάρχει καμία επιστημονική έρευνα που να υποστηρίζει την αποτελεσματικότητα μιας τέτοιας δίαιτας ή οποιοδήποτε άλλο όφελος για την υγεία. Αντιθέτως, οι περισσότερες αποκαλούμενες δίαιτες «αποτοξίνωσης» είναι περιοριστικές, ακραίες και διατροφικά μη ισορροπημένες, αποκλείοντας ολόκληρες ομάδες τροφίμων ή συστατικών, ή επιτρέποντας την κατανάλωση συγκεκριμένων μόνο τροφίμων. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε έλλειψη θρεπτικών συστατικών και μια μη ισορροπημένη διατροφή, η οποία μπορεί να είναι επιβλαβής για τη γενική υγεία.

Στην πραγματικότητα, ο οργανισμός μας είναι απολύτως ικανός να απομακρύνει επιβλαβείς ουσίες (απόβλητα και τοξίνες) τις οποίες δεν χρειάζεται, μέσω εξελιγμένων μηχανισμών χρησιμοποιώντας τα νεφρά, το συκώτι, τους πνεύμονες, το έντερο, και το δέρμα.

Επομένως, φροντίστε να ακολουθείτε μια υγιεινή και ισορροπημένη διατροφή, η οποία συμβάλλει στην υποστήριξη των φυσικών διαδικασιών αποτοξίνωσης του σώματος και στη διατήρηση της καλής υγείας και αφήστε τον οργανισμό σας να φροντίσει για την απομάκρυνση των τοξινών από το σώμα.

Μύθος #4: Τα τεστ δυσανεξίας βοηθούν στην απώλεια βάρους

Τα τεστ δυσανεξίας έχουν γίνει αρκετά δημοφιλή τα τελευταία χρόνια, υποστηρίζοντας πως εντοπίζουν τα τρόφιμα εκείνα τα οποία «μπλοκάρουν» τον μεταβολισμό και υπόσχονται πως αφαιρώντας τα τρόφιμα αυτά από την καθημερινή διατροφή, μπορούν να οδηγήσουν στην επιτυχή απώλεια βάρους πιο άμεσα και αποτελεσματικά.

Πραγματικότητα: Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν τεκμηριωμένα επιστημονικά στοιχεία που να υποστηρίζουν τη συμβολή των τεστ δυσανεξίας για τη διαχείριση του σωματικού βάρους. Επίσης, δεν υπάρχει καμία επιστημονική μελέτη που να αποδεικνύει πως οι τροφικές υπερευαισθησίες συνδέονται με τον μεταβολικό ρυθμό ή την αύξηση σωματικού βάρους.

Όσο ελκυστική και εύκολη μπορεί να φαντάζει μια τέτοια μέθοδος, δεν μπορεί να αποτελέσει μια ασφαλή και αποτελεσματική διαχείριση του σωματικού βάρους. Αντιθέτως, η ισορροπημένη διατροφή, η οποία βασίζεται στην ποικιλία τροφίμων χωρίς να αποκλείει συγκεκριμένες τροφές ή ολόκληρες ομάδες, ο έλεγχος μεγέθους των μερίδων, καθώς επίσης και η υιοθέτηση σωματικής δραστηριότητας αποτελούν μια ασφαλή και αποτελεσματική προσέγγιση για μια βιώσιμη διαχείριση βάρους.

Μύθος #5: Η μαύρη ζάχαρη είναι πιο υγιεινή από τη λευκή ζάχαρη

Με τα χρόνια, υπάρχει μια γενική πεποίθηση πως η μαύρη ζάχαρη αποτελεί μια πιο υγιεινή εναλλακτική επιλογή από τη λευκή ζάχαρη. Λόγο σε αυτό αποτελεί συχνά το χρώμα της μαύρης ζάχαρης το οποίο μπορεί να δώσει την εντύπωση ότι είναι ένα πιο φυσικό ή μη επεξεργασμένο προϊόν, κάτι που θα μπορούσε να κάνει μερικούς να πιστεύουν ότι είναι πιο υγιεινό.

Πραγματικότητα: Σε αντίθεση με τη δημοφιλή αυτή πεποίθηση, υπάρχουν πολύ λίγες διαφορές μεταξύ της μαύρης και της λευκής ζάχαρης. Συγκρίνοντας τα δύο αυτά είδη ζάχαρης, η μαύρη ζάχαρη έχει ελαφρώς υψηλότερη περιεκτικότητα σε ορισμένα μέταλλα όπως ασβέστιο, κάλιο, μαγνήσιο και σίδηρο, γεγονός που οφείλεται στην προσθήκη μελάσας κατά την παρασκευή της. Ωστόσο, τα μέταλλα αυτά υπάρχουν σε τόσο μικρές ποσότητες που δεν παρέχουν καμία σημαντική θρεπτική αξία.

Όσον αφορά την υγεία, τόσο η μαύρη όσο και η λευκή ζάχαρη θα πρέπει να καταναλώνονται με μέτρο ως μέρος μιας ισορροπημένης διατροφής, καθώς περιέχουν την ίδια περιεκτικότητα σε θερμίδες και μπορούν να συμβάλλουν στην αύξηση του σωματικού βάρους εάν καταναλωθούν σε υπερβολική ποσότητα.

Μύθος #6: Το αλάτι Ιμαλαΐων είναι πιο υγιεινό από το κοινό επιτραπέζιο αλάτι

Τα τελευταία χρόνια το αλάτι Ιμαλαΐων, γνωστό και ως ροζ αλάτι, εμφανίζεται όλο και πιο συχνά στο τραπέζι μας ως μια πιο υγιεινή εναλλακτική επιλογή έναντι του κοινού επιτραπέζιου αλατιού. Συχνά αναφέρεται ως πιο «αγνό» και «φυσικό» σε αντίθεση με το κοινό αλάτι, αλλά και ως μια καλύτερη επιλογή για την αντιμετώπιση της υπέρτασης λόγω της υψηλότερης συγκέντρωσης του σε διάφορα μέταλλα όπως ο σίδηρος, το μαγνήσιο, το ασβέστιο, ο ψευδάργυρος και το κάλιο.

Πραγματικότητα: Μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν τεκμηριωμένα επιστημονικά στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι το αλάτι Ιμαλαΐων ωφελεί την υγεία ή υπερτερεί έναντι του κοινού επιτραπέζιου αλατιού. Παρόλο που το αλάτι Ιμαλαΐων περιέχει υψηλότερη συγκέντρωση μετάλλων και ιχνοστοιχείων από το κοινό αλάτι, οι διαφορές αυτές είναι τόσο μικρές που δεν παρέχουν καμία σημαντική θρεπτική αξία ή επίδραση στην υγεία. Τόσο το αλάτι Ιμαλαΐων όσο και το επιτραπέζιο αλάτι αποτελούν επεξεργασμένα και εξευγενισμένα προΐόντα τα οποία περιέχουν υψηλά επίπεδα νατρίου και είναι σημαντικό να τα καταναλώνονται με μέτρο στο πλαίσιο μιας υγιεινής διατροφής.

Συνοψίζοντας, οι διατροφικοί μύθοι μπορεί να είναι επιβλαβείς διαωνίζοντας την παραπληροφόρηση και ανθυγιεινές συμπεριφορές οι οποίες μπορούν να συμβάλλουν σε διαταραγμένα διατροφικά πρότυπα και αρνητική εικόνα σώματος. Φέτος, εστιάστε σε μια ισορροπημένη και θρεπτική διατροφή κάνοντας πιο υγιεινές επιλογές και αναπτύσσοντας μια θετική σχέση με το φαγητό. Αυτό, ναι, μπορεί να βοηθήσει στη υποστήριξη της συνολικής υγείας και ευεξίας.

Πηγές:

  1. Jones AL. The Gluten-Free Diet: Fad or Necessity?. Diabetes Spectr. 2017;30(2):118-123. doi:10.2337/ds16-0022
  2. Arslain K, Gustafson CR, Baishya P, Rose DJ. Determinants of gluten-free diet adoption among individuals without celiac disease or non-celiac gluten sensitivity. Appetite. 2021;156:104958. doi:10.1016/j.appet.2020.104958