Ξεκινάμε από το αποτέλεσμα…Είναι Κυριακή μεσημέρι. Μετά από ένα γεμάτο σαββατοκύριακο. Ίσως πιο γεμάτο και από όλα τα προηγούμενα που μπορείς να θυμηθείς. Playdate την Παρασκευή το μεσημέρι, όλη μέρα στο βουνό για σκι το Σάββατο, μεσημεριανό με φίλους-γονείς συμμαθητών την Κυριακή το μεσημέρι. Και λίγο πριν βρεις το δικό σου δεκάλεπτο μέσα στο σαββατοκύριακο, κάνοντας έναν μίνι απολογισμό του επιτυχημένου αγώνα δρόμου γονεϊκότητας, ακούγεται μια φωνή από το σαλόνι, «πάλι δεν θα κάνουμε τίποτα σήμερα το απόγευμα;».

Νιώθεις απογοήτευση, εκνευρίζεσαι, μπορεί να κατεβάσεις ρολά, μπορεί ακόμη και να βάλεις τις φωνές. Νιώθεις πως κάνεις τα πάντα για να είναι το παιδί σου ευτυχισμένο, παραμερίζοντας ενδεχομένως αρκετά ή και πολλά από όσα θα ήθελες να κάνεις και τελικά… Μηδέν εις το πηλίκο. Ανεξάρτητα από το αν θα αντιδράσεις, αν θα φωνάξεις, αν θα στεναχωρηθείς, αν θα νιώσεις αδικημένος, το μόνο βέβαιο είναι πως δεν θα έχεις καμία διάθεση να ανοίξεις διάλογο. Και αυτή δεν είναι η κορυφή του παγόβουνου, αλλά η «ρίζα» του.

Diaphobia
Frank McKenna/Unsplash

Η απάντηση ως επίθεση

Ας συμφωνήσουμε στο εξής: Οι γονείς επιθυμούμε με όλο μας το είναι τα παιδιά μας να είναι χαρούμενα και ικανοποιημένα. Το επιθυμούμε τόσο πολύ, που κάποιες φορές ίσως και να θέλουμε να τους το επιβάλουμε. Όταν λοιπόν αυτό δεν συμβαίνει, αυτό μπορεί να ερμηνευθεί είτε σαν δική μας αποτυχία, είτε και σαν αχαριστία του παιδιού μας. Όπως και αν ερμηνευθεί, εκείνη τη στιγμή δεν είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε αλλά ούτε και να δεχθούμε την απάντηση ή την άποψη του παιδιού μας.. Για την ακρίβεια δεν είμαστε έτοιμοι να δεχθούμε το διάλογο καθώς νιώθουμε ότι δεχόμαστε… επίθεση. 

Η ψυχοθεραπεύτρια Philippa Perry στο βιβλίο της “Το βιβλίο που θα ήθελαν να είχαν διαβάσει οι γονείς σου (και τα παιδιά σου θα σε ευγνωμονούν που το έκανες”, εκδόσεις Διόπτρα εξηγεί πως “είναι καταλυτικό για ένα παιδί, όσο μικρό ή μεγαλύτερο και αν είναι, να γνωρίζει αφενός πως αποτελεί προτεραιότητα των γονιών του, αλλά και πως μπορεί να δείχνει και να μοιράζεται τα συναισθήματά του, τα οποία οι γονείς του λαμβάνουν σοβαρά. Τα παιδιά δεν είναι project. Δεν μπορούμε είτε να πετύχουμε είτε να αποτύχουμε. To πιο σημαντικό δεν είναι να φροντίζουμε το παιδί μας. Το πιο σημαντικό είναι να φροντίζουμε τη σχέση με το παιδί μας». Ίσως να είναι δύσκολο να αντιληφθούμε τη διαφορά, όμως συχνά στην ανάγκη μας να κάνουμε focus στο παιδί μας, δεν μπορούμε να δούμε τις δικές του αντιδράσεις, τις δικές του απαντήσεις σε αυτή την αλληλεπίδραση. Κάνουμε τα πάντα για το μέλλον του όμως ξεχνάμε να ζήσουμε το παρόν μαζί του και να το αφουγκραστούμε. 

Diaphobia
Brett Jordan/ Unsplash

Το είχαμε στην αρχή, πού το χάσαμε στην πορεία;

Από την πρώτη σχεδόν στιγμή που έρχονται στον κόσμο, τα παιδιά μπορούν να κάνουν διάλογο και για την ακρίβεια το αποζητούν. Στην αρχή με τη μορφή εκφράσεων και ήχων σαν μια μορφή αλληλεπίδρασης που συμβαίνει ακούσια, χωρίς καν να το σκεφτούν. Αυτή είναι σύμφωνα με την Philippa Perry η αρχή του διαλόγου, η αρχή της αμοιβαίας αλληλεπίδρασης ενός γονέα με το παιδί του. Η αμοιβαιότητα όμως αυτή είναι αυτονόητη; Είναι εύκολη; Στην επαφή μας με τους ενήλικες τι είναι αυτό που μας δυσκολεύει περισσότερο; 

Σκέψου εσένα

Η αμοιβαιότητα, η αλληλεπίδραση με τους άλλους ανθρώπους δεν είναι ούτε εύκολη, ούτε αυτονόητη ούτε απλή. Και οι περιπτώσεις που μας δυσκολεύει περισσότερο είναι όταν νιώθουμε ότι δεν μας ακουν, και ότι όσα αισθανόμαστε δεν έχουν καμία σημασία. Το ίδιο συμβαίνει και στα παιδιά. Αν εμείς οι γονείς δεν τους αφήσουμε ανοιχτή την πόρτα της αλληλεπίδρασης, αν δεν τους αφήσουμε να νιώσουν πως η άποψή τους μπορεί και να μας αλλάξει τη γνώμη μας, πώς περιμένουμε να μας ανοίξουν τη δική τους;

Για πολλούς από τους γονείς που βρίσκονται σήμερα στην ηλικία των 40 και άνω, η αμοιβαιότητα αυτή είναι εξαιρετικά δύσκολη καθώς μεγαλώνοντας δεν την είχαμε βιώσει. Όπως εξηγεί η Perry, “ έχουμε την τάση να κάνουμε ό,τι μας έχουν κάνει οι άλλοι όταν ήμαστε μωρά ή παιδιά. Καμιά φορά είναι σαν να έχει τελείως νεκρώσει η φυσική μας ικανότητα να ανταποκρινόμαστε στο κάλεσμα των δικών μας ανθρώπων. Μπορεί ως παιδιά να εισπράξαμε πρακτική φροντίδα αλλά να μην αισθανθήκαμε αμοιβαιότητα”. Ορισμένοι από εμάς πρέπει να δουλέψουμε πολύ για να αποκτήσουμε αυτή την ικανότητα. Αν παρατηρήσουμε αντίσταση στο να αφήσουμε το παιδί μας, είτε πρόκειται για ένα μωρό, ένα μικρό παιδί ή έναν ενήλικα να μας επηρεάσει. Αυτό σύμφωνα με την Perry “ονομάζεται diaphobia, και είναι η φοβία του πραγματικού διαλόγου, η άρνηση δηλαδή  του ατόμου να επηρεάζεται από άλλους, ο φόβος του να γίνει ο αποδέκτης μιας συμπεριφοράς και όχι το άτομο που πράττει”.

Diaphobia
Volodymyr/ Unsplash

Πώς θα αναγνωρίσω και θα περιορίσω την diaphobia;

Στο βιβλίο της η Perry προτείνει δύο τρόπους για να δουλέψουμε με τον εαυτό μας ώστε να κάνουμε μια μικρή αλλαγή που μπορεί να αποφέρει τεράστια οφέλη. 

Άσκηση: Μοτίβα συμπεριφοράς

Αν σχεδόν κάθε φορά που το παιδί μας ζητά την προσοχή μας εμείς σκεφτόμαστε κάτι που για εμάς είναι πιο σημαντικό, όπως οι δουλειές του σπιτιού, μια υποχρέωση, ένα επείγον τηλεφώνημα και χρησιμοποιούμε αυτές τις σκέψεις ως δικαιολογία για να αποφύγουμε την επαφή με το παιδί μας και το απομακρύνουμε, τότε πιθανότητα έχουμε diaphobia. Θα πρέπει λοιπόν να εντοπίσουμε την πράξη αυτή παρατηρώντας τον εαυτό μας, να τη σταματήσουμε και να προσπαθήσουμε να επιβληθούμε στην επόμενη παρόρμηση. Πώς; Αφιερώνοντας χρόνο να ασχοληθούμε με το παιδί, συμπεριλαμβάνοντάς το στην όποια υποχρέωση ή δουλειά έχουμε.

Άσκηση: Δέχομαι να μου μιλήσουν;

Πώς νιώθουμε όταν κάποιος μας λέει κάτι που γνωρίζουμε ήδη; Πώς νιώθουμε όταν κάποιος μας λέει κάτι που δεν ξέρουμε αλλά θεωρούμε ότι θα έπρεπε να το γνωρίζουμε; Η συμβουλή της Perry είναι “στις παραπάνω ερωτήσεις προσπαθήστε να μην απαντήσετε με τον τρόπο που φαντάζεστε ότι πρέπει να απαντήσετε. Παρατηρήστε και παραδεχτείτε τι πραγματικά συμβαίνει. Αν η συγκεκριμένη άσκηση ξυπνήσει μέσα σας κάποιο συναίσθημα μπορείτε να θυμηθείτε πότε το νιώσατε για πρώτη φορά σαν παιδί;” Ανοίγοντας ένα διάλογο με τον “παιδικό εαυτό” μας μπορούμε να εντοπίσουμε ευκολότερα τι είναι αυτό που μας δυσκολεύει να συμπεριφερθούμε με τον τρόπο που θα θέλαμε, και σταδιακά θα μας δώσει τη δυνατότητα εκτός από πομπός να γίνουμε και δέκτης στη σχέση μας με τα παιδιά. Η αμοιβαιότητα αυτή είναι που θα μας δώσει τη δυνατότητα για έναν και περισσότερους ουσιαστικούς διαλόγους με τα παιδιά μας.